Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Το τέλος των προσδοκιών

Φιλοξενούμε  άρθρο του Δημήτρη  Κατσαντώνη που δημοσιεύτηκε  στο περιοδικό ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 
Εδώ και 25 χρόνια, το διαλαλούμενο τέλος της μεταπολίτευσης σκοντάφτει διαρκώς στη μία και μοναδική αρχή των μεγάλων αλλαγών που έγιναν στον τόπο μετά το ’74: στο πολιτικό σύστημα. Αυτό που «γέννησε» τις πολλές και θετικές μεταβολές της τελευταίας 30ετίας, έμεινε αναλλοίωτο. Για το λόγο αυτό, από πηγή αλλαγών τείνει να μετατραπεί σε κομβικό σημείο της κρίσης.

Κατά τυπικό διαλεκτικό τρόπο, αφού προετοίμασε το έδαφος για μια νέα πορεία της οικονομίας και της κοινωνίας, ξεπεράστηκε και από τα δύο. Ο κύκλος που άνοιξε τον Ιούλιο των μεγάλων προσδοκιών, συνεχίστηκε 7 χρόνια μετά τον Οκτώβριο των ώριμων δικαιώσεων, σφραγίστηκε από τις «αμαρτωλές» υπερβάσεις του ’89 και απέκτησε έντονο ευρωπαϊκό χρώμα από το ’96 και μετά, δεν μπορεί να κλείσει γιατί σκαλώνει στο ίδιο σημείο. Ο κόσμος και η αγορά δυσανασχετούν με την κρίση και την καθήλωση. Απογοητεύονται διαπιστώνοντας ότι το τέλος της μεταπολίτευσης είναι «μνημόσυνο ενός ημιτελούς θανάτου»*. Μια πομπώδης τελετή, που διαρκεί απρόσμενα πολύ.

Η ριζική, ποιοτική μεταβολή του πολιτικού μας συστήματος, είναι ο μόνος τρόπος για να αποφραχθεί η οδός διαφυγής μας προς το μέλλον. Το μέλλον αυτό δεν είναι αόριστο. Ενσαρκώνεται ήδη στην Ευρώπη. Η συμμετοχή μας στην κυοφορούμενη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, είναι η επόμενη μεγάλη εθνική δοκιμασία. Σε συνθήκες πολιτικής απαξίωσης ή/και κρίσης, η επίτευξη αυτού του στόχου μοιάζει ανέφικτη επειδή δεν μπορούμε καν να διατυπώσουμε τη διεκδίκησή του. Έτσι, η πολιτική ζωή μουδιάζει από την αποκάλυψη μιας σειράς σκανδαλωδών ασκήσεων εξουσίας, που τροφοδοτήθηκε από την αντίληψη πως το Κράτος- η καρδιά της πολιτικής εξουσίας- είναι ένα απλό εργαλείο κυριαρχίας, ένα bonus για την κομματική νομενκλατούρα, χωρίς απαιτήσεις εφοδιασμού του με στρατηγικές στοχεύσεις και δίχως υποχρεώσεις καθημερινής εμπλοκής για τη διαμόρφωση μιας νέας «θεσμικής υλικότητάς» του**.



Η αντίληψη για τη «διακυβέρνηση ήσσονος εμβέλειας», που εδράζεται σε μια πολύ φτωχή αντίληψη για τη φύση και το ρόλο του σύγχρονου Κράτους, εκπροσωπεί και συμπυκνώνει τις παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Για κακή μας τύχη, περιπλέκεται με το μεταπολιτευτικό ταμπού των κομμάτων εξουσίας περί πολυσυλλεκτικότητας.




Χωρίς προγραμματική ραχοκοκαλιά και με απουσία της ιδεολογικής-θεωρητικής λυδίας λίθου για ποιοτική παρέμβαση στις σχέσεις πολιτικής- εξουσίας, δηλαδή στο ρόλο του Κράτους, η πολυσυλλεκτικότητα παράγει κόμματα super market, μετατρέπει τους πολίτες σε πελάτες-καταναλωτές πολιτικών διευκολύνσεων και έτσι, τελικά, μετασχηματίζεται σε νόσο που επιφέρει τη σταδιακή παράλυση του πολιτικού μας συστήματος. Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου δεν ήταν ένα κωδικοποιημένο μήνυμα προειδοποίησης προς τους δύο μεγάλους, ήταν μια καθαρή και ξάστερη διακήρυξη ανεξαρτησίας προς όλους.

Ο δικομματισμός, βασικός πυλώνας λειτουργίας του μεταπολιτευτικού μας πολιτικού συστήματος, δεν περνά μια συγκυριακή δυσκολία αποδοχής, αλλά φαίνεται να εισέρχεται σε μια δομική κρίση αντιστοίχησης με τις σύγχρονες απαιτήσεις. Οι επείγουσες διορθωτικές κινήσεις του πολιτικού συστήματος, δεν μπορεί να υπακούουν στις ανάλαφρων διαθέσεων πεποιθήσεις ορισμένων κομματικών επιτελείων για επικοινωνιακές αναθεωρήσεις, ούτε στις μικροαλλαγές που υποτίθεται πως προοπτικά και σωρευτικά θα γεννήσουν κάτι νέο.

Οι αλλαγές πρέπει να είναι επώδυνες για τον μέχρι σήμερα τρόπο λειτουργίας των κομμάτων εξουσίας. Με όρους ευρωπαϊκής προοπτικής, προγραμματικής σαφήνειας και πολιτικής ανασύνθεσης, πρέπει τα κόμματα στη χώρα μας (και περισσότερο τα δύο μεγάλα) να επανεφεύρουν τον εαυτό τους με «μια μεγάλη πορεία μέσα στους θεσμούς» (για να θυμηθούμε τον Ρούντι Ντούτσκε, αφού έγινε μόδα το ’68).

Αυτό, συνεπάγεται μια θεσμική και άρα σχεδιασμένη και συναινετική αναδιανομή των ρόλων εξουσίας μέσα στο πολιτικό σύστημα - και δια μέσου του πολιτικού συστήματος, στο σύνολο της κοινωνικής δομής. Δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκην την καταστροφή του δικομματικού συστήματος, αλλά ούτε και επιβάλλει δογματικά τη διατήρησή του. Όλα θα εξαρτηθούν από την αντιληπτική ικανότητα του δικομματισμού και των «αρνητών» του -όλοι κρίνονται από τις δικές τους απαντήσεις μπροστά στο νέο. Από αυτή την άποψη, είμαστε κοντά σε ένα πιο ήπιο ’74…

Το κλασικό ερώτημα «Τι να κάνουμε;» στη χώρα μας σήμερα μεταφράζεται «Από πού να αρχίσουμε;». Μια σκέψη είναι οι παρακάτω προτεινόμενες, τέσσερις αλληλοσυνδεόμενες πολιτικές πρωτοβουλίες, που ίσως βοηθήσουν ώστε να αυξηθεί αυτό που εύστοχα ο Κ. Σημίτης διατύπωσε ως «μειωμένη φέρουσα ικανότητα του ελληνικού κράτους»:

1. Η μεταβολή στη σχέση κυβερνητικής εξουσίας και δημόσιας διοίκησης: Έχει ειπωθεί πως κάθε κυβέρνηση διορίζει χιλιάδες ανθρώπους στην κρατική μηχανή, στις λεγόμενες πολιτικές θέσεις.

Η πρόταση είναι: Στις πιο σημαντικές από αυτές τις θέσεις (με πρώτη προσέγγιση το ένα τρίτο από αυτές), δεν θα διορίζονται από την κυβέρνηση τα «μακριά της χέρια» (και όπως διαρκώς αποδεικνύεται, όχι τόσο καθαρά), αλλά από Ανεξάρτητη Αρχή που θα έχει αυτόν ακριβώς το ρόλο: την επιλογή στελέχωσης κρίσιμων θέσεων του κρατικού μηχανισμού. Η Ανεξάρτητη Αρχή ορίζεται από τη Βουλή με πλειοψηφία των 4/5 των μελών της και λειτουργεί βάσει νόμου αυξημένης πλειοψηφίας (στόχοι-διαδικασίες-αποτελέσματα-ανακλήσεις).

Η πολιτική εξουσία δεν θα ελέγχει λοιπόν τις διοικήσεις; Ναι, αλλά με ευρύτερη νομιμοποίηση και εφόσον έχει πολιτικό σχεδιασμό. Στα συμβόλαια συνεργασίας με τα επιλεγόμενα πρόσωπα τοποθετούνται ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι προς επίτευξη, με τα αντίστοιχα χρονοδιαγράμματα. Όποιος τα βρίσκει ανεδαφικά, ας μην προσέλθει στις διαδικασίες. Και από την άλλη, όποιος άνθρωπος της πολιτικής εξουσίας τα πιστεύει, ας κοπιάσει.

Αυτού του είδους η προσέγγιση, χρειάζεται ασφαλώς προσεκτική επεξεργασία και δυνατή πολιτική βούληση. Όμως, είναι ένας τρόπος να αποκτήσουν και οι προγραμματικές δεσμεύσεις των κομμάτων έναν μηχανισμό ελέγχου από τις ίδιες τις διοικήσεις των κρατικών φορέων. Και το κυριότερο: οι πολίτες θα λάβουν το μήνυμα της απαγκίστρωσης των κομμάτων από τη λογική της λαφυραγώγησης του κρατικού μηχανισμού.

2. Νέο σύστημα αντιπροσώπευσης –όχι απλώς εκλογικός νόμος: Οι πρόσφατες, δημόσια διατυπωμένες, προσεγγίσεις του ΠΑΣΟΚ για νέο εκλογικό σύστημα, όχι απλώς κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, αλλά πράγματι μπορούν να αποτελέσουν ελπιδοφόρα νέα αρχή για τις σχέσεις κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης και κοινωνικής βάσης, μακριά από μυωπικά παιχνίδια εξουσίας.

Όμως, τα παραπάνω νοηματοδοτούνται σε συνάρτηση με τα δύο επόμενα θέματα και κυρίως, σε σχέση με μια συνολική ανατροπή της αντίληψης για αντιπροσώπευση των Ελλήνων πολιτών (π.χ., αναθεώρηση του Ν.1443/84 περί οικονομικής ενίσχυσης των πολιτικών κομμάτων από το κράτος).

3.Νέα διοικητική διάρθρωση της χώρας: Η ισχυροποίηση των ΟΤΑ σε συνδυασμό, α)με την κατάργηση των νομαρχιών ως αυτοδιοικητικών μονάδων και β)με τη θεσμοθέτηση αιρετών Περιφερειαρχών και Περιφερειακών Συμβουλίων, με ταυτόχρονη μείωση του αριθμού των περιφερειών, είναι μια ώριμη κατάσταση. Η ανταπόκριση της πολιτικής βούλησης μιας πραγματικά μεταρρυθμιστικής εξουσίας, πρέπει να είναι άμεση και αποφασιστική.

4.Κίνημα εσωκομματικής δημοκρατίας-εξειδίκευση της συνταγματικής απαίτησης: Η οργάνωση (όλων) των πολιτικών κομμάτων, οφείλει, κατά το Σύνταγμα, να υλοποιεί τη λαϊκή κυριαρχία, ώστε να διαμορφώνονται δημοκρατικά οι κρατικές αποφάσεις. Αυτό συνεπάγεται πως τα κόμματα, πρέπει να παραμένουν συνδεδεμένα με την κοινωνική τους βάση κατά τρόπο ευθύ, διαρκή και συστηματικό (βλ. την έξοχη εργασία του Δ. Ζακαλκά: «Το αίτημα για εσωκομματική δημοκρατία –μεταξύ συνταγματικής επιταγής και πολιτικής πραγματικότητας»). Οι πρακτικές συνέπειες αυτής της άποψης, απαιτούν πολύ περισσότερο χώρο από αυτόν της φιλόξενης «Μεταρρύθμισης». Μπορούμε όμως να μείνουμε σε κάτι κομβικό: Η εξαγγελία νέου εκλογικού συστήματος, δεν μπορεί να συμβαδίσει με την απουσία καταστατικών προβλέψεων για κρίσιμα θέματα (π.χ., την υπόδειξη των βουλευτών της λίστας με προκριματικές εκλογές), ή ακόμα περισσότερο με τον ολισθηρό δρόμο της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας για αυταρχική διεύθυνση των διαδικασιών εκπροσώπησης…

===========================

*Ο χαρακτηρισμός είναι δάνειος από το βιβλίο του αείμνηστου Βασ. Ραφαηλίδη, που το χρησιμοποίησε εξαιρετικά ο φίλος Γρ. Σαρίδης σε άρθρο του.

** Όπως αυτή προσεγγίζεται στα γραπτά του Ν. Πουλαντζά και κυρίως, στο «Το Κράτος, η Εξουσία, ο Σοσιαλισμός».

* O Δημήτρης Κατσαντώνης είναι στέλεχος της Metron Analysis.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου